Τον έρωτα κανείς δεν μπορεί να τον διαχειριστεί.
Σαν το φώς μπαίνει από τις χαραμάδες, διαλύει τις φόρμες, αλλά και δημιουργεί σκιές.
Το βιβλίο τούτο είναι ένας ύμνος στον έρωτα. Σε κάποιον απο τους πολλούς..
Θυμάσαι τη σκηνή όπου ο γέρος, στερεμένος από έμπνευση αρωματοποιός ανοίγει το άρωμα του Jean-Baptiste Grenouille και όλα αλλάζουν γυρω του; Ενώ βρίσκεται σε ένα ανήλιαγο υπόγειο, στις όχθες του Σηκουάνα, ξαφνικά όλα γυρίζουν γύρω του σαν καρουζέλ, μπαίνει φώς, το τοπίο γίνεται ανοιξιάτικο, λουλούδια, φώς και ένα κορίτσι τον πλησιάζει από πίσω και τον αγγίζει, ενώ αυτός απλά ..μυρίζει.
Θυμάσαι τη σκηνή όπου ο Hannibal Lecter είναι στο υψηλής ασφαλείας κλουβί του και η Clarice τον πλησιάζει. Το διεισδυτικό του βλέμμα, το βλέμμα του γνώστη ενω έξω απο το κλουβί η οπλισμένη πράκτορας δείχνει τόσο αδύναμη;
Θυμάσαι τη σκηνή του αποχωρισμού στα «Απομεινάρια μιάς μέρας» όπου ο Anthony Hopkins αποχαιρετά την Emma Thompson, τον ένα και μοναδικό του ανείπωτο έρωτα μέσα στη βροχή;
Ποιός δεν θυμάται τον διάλογο στον κήπο από την γλυκειά συμμορία;
Ποιός μπορεί να ξεχάσει την παρακάτω φράση της Ελένης στην σελίδα 95 του Τάλγκο, του Βασίλη Αλεξάκη;
“Μπορεί να μη θέλω να γιατρευτώ, ο πόνος είναι πολύτιμος, τίποτε άλλο δε μας συνδέει πια από τον πόνο το δικό μου.”
Όλα τα ξέρουμε για τον έρωτα, αλλά τίποτε δεν ξέρουμε..
Και το άγνωστο, σαφώς δεν μπορούμε να το διαχειριστούμε..
Και πολλές φορές δεν θέλουμε.
…Και η Μαρία διηγήθηκε και το κορίτσι είπε: “Από τις πολλές φορές που έχω ακούσει να διηγούνται τον έρωτα, τον ξέρω απ’ έξω.
Και μόνο απ’ ‘εξω θέλω να τον ξέρω.”
Μ.Κ.
….
Μ.Μ.