Μια εμπειρία που πρέπει να την μοιραστώ μαζί σας…
Μετά απο πολλά, καταλήξαμε με την ΜΜΠ (κάποια στιγμή πρέπει να κάνω ένα υπόμνημα με όλα τα Μέγιστα Μαντρόσκυλα) στο Καφέ «Μονομάχος», στην Πολίχνη.
Σαν Ανατολικός δεν τα ξέρω καλά, είχα πιεί και καναδυό ποτάκια, αλλά θυμάμαι πως ανέβηκα την ανηφόρα της Πολίχνης, και μπήκα σε έναν πεζόδρομο.. εκεί πάρκαρα και στρίβοντας απο την γωνία, το είδα…
Άλλα θέλω κι άλλα κάνω
πώς να σου το πω
έλεγα περνούν τα χρόνια
θα συμμορφωθώ.
Είχε λάμπες φθορίου απέξω, και 2-3 τραπεζάκια που κάθονταν κάτι περίεργοι..
Τα τζάμια του μαγαζιού ήταν ..ζωγραφισμένα.. και οι ζωγραφιές ήταν κάτι Βησιγότθοι, κάτι Οστρογότθοι, με σπαθιά, τσεκούρια, εκείνες τις μπάλες με τα καρφιά, κλπ..
Μπήκαμε μέσα… εκεί τρόμαξα..
Στους τοίχους είχε κρεμασμένα πάνω από 40 σπαθιά, διαφόρων μεγεθών, από το Εξκάλιμπουρ μέχρι τα σπαθιά των Κονκισταδόρες.. Επίσης είχε σιδερόμπαλες με καρφιά, ασπίδες και γενικά το «καφέ» θύμιζε την αίθουσα του 15ου-17ου αιώνα σε πολεμικό μουσείο.
Μα είναι δώρο άδωρο
ν’ αλλάξεις χαρακτήρα
τζάμπα κρατάς λογαριασμό
τζάμπα σωστός με το στανιό.
Έξω απο το μπάρ καθόταν ένα πλάσμα 80-90 κιλών, με κόκκινο σορτσάκι, κόκκινη στράπλες μπλούζα, είχε πάει πρόσφατα κομμωτήριο και η μαύρη ρίζα δεν φαινόταν στο ξανθό μαλλι, και ψηλοτάκουνα τίπ-τό κόκκινα φυσικά με λευκές βουλίτσες (σαν τα μανιτάρια στην Αλίκη της χώρας των Θαυμάτων).
-Τα παίρνει απο όλους μου σφύριξε η ΜΜΠ..
-Έχει φάει ήδη ένα διαμέρισμα απο έναν.. (το κατάλαβα απο τον όγκο της.. το στρογγυλό μπαλκόνι της έκατσε στην κοιλιά και φαινόταν).
Η mademoiselle Στρουμπουλάνζ κάποια στιγμή έριξε ένα τσιφτετελάκι, προκαλώντας την ρίψη χαρτοπετσετών, και τραβώντας τα λιγωμένα βλέμματα στον κόκκινο κώλο της..
Έξω φυσάει αέρας
κι όμως μέσα μου
μέσα σ’ αυτό το σπίτι
πριγκηπέσα μου,
το φως σου και το φως
χορεύουν γύρω μας
απίστευτος ο κόσμος
κι ο χαρακτήρας μας.
Μέσα στο μπαρ δούλευε η κόρη της ΜΜΠ.. Πιτσιρίκα, 21 χρονών, κοντούλα αλλά καλλίγραμμη. Ψιλο-επιθετική σαν την μάνα της, μου μιλούσε στον πληθυντικό μέχρι τέλους..
Το αφεντικό, πρώην στρατιωτικός… Με μιά μουστακιά που θύμιζε Γάλλο Υπολοχαγό στον στρατό του Βοναπάρτη, με το μουστάκι να ενώνεται με τις φαβορίτες.. Άτομο.. Πρώην καραβανάς.. Εξ’ ού και το κόλλημα με τα σπαθιά..
Καθήσαμε σε ένα stand και πίσω μας ήταν μια παρέα αμφίβολης Ελληνικής Ιθαγένειας, με μια absolut στην μέση, και ένα 1,5λιτρο λεμονάδα ΕΨΑ. Στην παρέα ήταν και ένας πιτσιρικάς, 20άρης, γύρω στα 200 κιλά με βερμούδα και σαγιονάρα..
Άλλα θέλω κι άλλα κάνω
κι έφτασα ως εδώ
λάθη στραβά και πάθη
μ’ έβγαλαν σωστό.
Μουσική.. τι να πω.. άφωνος.. δεν ήξερα τίποτε.. στην τσίτα λαικά, κάποια στιγμή αναγνώρισα έναν Μακρόπουλο, και αργότερα προς το κλείσιμο άκουσα 44 φορές το «σπασμένο καράβι».. Κόλλημα του αφεντικού.. Μπας και ήταν στο Ναυτικό; Δεν ξέρω..
Η ΜΜΠ για να με ευχαριστήσει μετά από κάνα δίωρο που ήμασταν εκεί, και μούχε φύγει ο τρόμος (έφταιγαν και τα 5-6 ποτά, συν τις τεκίλες..), πλησίασε τον DJ, που μάλλον είχε ψωρίαση γιατί ξυνόταν συνέχεια.. Του ζήτησε Τρύπες, που και καλά μου αρέσουν, οπότε διακόπηκε ένα ρεμίξ με αράβικα σκυλολόγια και έπαιξε το Magic Bus !!
Επίσης προς χάριν της ΜΜΠ, ο ψωραλέος DJ έπαιξε και το another brick on the wall των Floyd, περηφανευόμενος πως είναι από τα λίγα «ξένα» τραγούδια που έχει..
Φυσικά θα γελούσε ο κάθε πικραμένος αν του ζητούσα Μάλαμα…
Ξημερώματα στο δρόμο
ρίχνω πετονιά
πιάνω τον εαυτό μου
και χάνω το μυαλό μου.
Φύγαμε στις 5+, αφού είδαμε την αλλοδαπή σερβιτόρα να σκουπίζει τις χαρτοπετσέτες, χαιρετήσαμε τον Καραβανά με τις μουστάκες, και διάφορους άλλους ΑΑ που ήταν εκεί…
Κατάφερα να πάω την ΜΜΠ και την κόρη της σπίτι, επιτυχώς…
Την άλλη μέρα με πήρε η ΜΜΠ και μου είπε πως είχε απίστευτο πονοκέφαλο, ξέρασε, κλπ και με ρώτησε:
-Μπάς και ήπιαμε μπόμπες ;
-Έλα ρε, σοβαρέψου της είπα εγώ.. δεν γίνεται..
Εγώ ήμουν καλά, και αν εξαιρέσεις πως κοιμήθηκα 45 και ξύπνησα 46, δεν τρέχει τίποτε…