Όλοι έχουμε κάτι που μας καταδιώκει σαν τον κακό Λύκο.
Μας γοητεύει, του παραδινόμαστε,
μας λεηλατεί και μας καταστρέφει.
Το συνειδητοποιούμε όμως ;
Αν ναι, είμαστε έτοιμοι για τον επόμενο «Λύκο»…
Βάλτε το να παίζει, και αφεθείτε στο στίχο και την ερμηνεία της Τάνιας Τσανακλίδου και τη μουσική του Μιχάλη Δέλτα…
Σκεφτείτε ποιός ήταν ο “Λύκος” στη ζωή σας.. και όταν τον βρείτε, είτε άνθρωπος, είτε ιδέα, είτε χάδι, φιλήστε τον…
Και μετά αφήστε τον…
Λύκε, λύκε είσαι εδώ?
Λύκε?
Μ’ έσυρες έξω απ’ το σπίτι στα τέσσερά μου χρόνια.
Ξεροστάλιαζα στα χαλάσματα. Στην άκρη της πόλης, εκεί στην άκρη του αγνώστου. Για ένα σου μόνο βλέμμα.
Μ’ έβρισκες τότε πολύ μικρή. Η νίκη σου πάνω μου δεν θα ‘χε αξία. Και ύπουλα περίμενες την εφηβεία, να τρυπώσεις στο σώμα μου. Να μου κρυφτείς εκεί και να νιώθω από μέσα την καυτή, βρωμερή σου ανάσα. Η πείνα σου κατοίκησε τα μάτια μου. Το ουρλιαχτό σου στοίχειωσε το τραγούδι μου.
Η ψυχή μου αγρίεψε.
Κι αφού καταβρόχθισες τα χρόνια μου κι όλα τα ευγενικά μου δώρα, άρχισες να κυνηγάς σώματα ξένα. Έγινα σκιά σου.
Όμως τέρας,
σπάνια έβγαινες πια στο φως. Και για να γλυτώσεις από μένα, τρύπωνες όλο και πιο πολύ στο πιο βαθύ σκοτάδι.
Δεν λέω, υπήρξαν και καλές στιγμές.
Κάποιες φορές πλημμύριζε ο ουρανός σου άστρα. Για λίγο, για όσο κρατάει ένα βλέμμα. Κι έπειτα κάθαρμα, μ’ έσερνες όλο και πιο βαθιά στο σκοτεινό σου δάσος. Σ’ ένα κυνήγι, ανελέητο. Χειρότερα κι από αγρίμια μπλεχτήκαμε σε πάλη ως εσχάτων, ξεσκίσαμε την ψυχή μας, πασαληφτήκαμε αίμα. Μ’ έμαθες να ζητάω για να σε δω να δίνεις, όχι σε μένα, αλλού.
Ώσπου γέρασα μαλάκα.
Και τώρα, έτσι κι αλλιώς, δεν είμαι πια για σένα.
Κι εσύ,
που όλα όσα θέλησα να πω μέσα μας, δεν είσαι πια για μένα.
Λύκε μου, πήγαινέ με πίσω, να βάλουμε το παραμύθι απ’ την αρχή. Βάλε μου δράκους, βάλε μου μάγισσες, δεν θα κωλώσω. Μονάχα εκεί, στην άκρη άκρη, βάλε ένα σπίτι μ’ ένα φωτάκι τόσο δα. Να, ένα τόσο δα μικρό φωτάκι. Για να ‘χω την ψευδαίσθηση, πως ίσως κάποιος εκεί, κρατάει αναμένη μια φωτιά, γιατί με περιμένει.
Σ’ αφήνω λύκε.
Κι εσύ που τ’ όνομά σου στ’ αρχαία χρόνια ήτανε φως, μείνε και ψόφα στο σκοτάδι. Πάω να βρω τους φίλους μου.
Θα πω τ’ ανομολόγητα
και
θα σε καταδώσω .-