Έχω έναν χρυσό κανόνα στη ζωή μου. Ποτέ να μην “μπαίνω” ανάμεσα σε εραστές. Πολλές φορές έτυχε φίλοι μου να χωρίσουν και να με πλησιάσουν ζητώντας συμπάθεια και αρωγή, ζητώντας να τους πω κάτι καλό ή κάτι άσχημο για τον άλλον, στην προσπάθεια να τον ξεπεράσουν.
Τον κανόνα αυτόν τον συνήγαγα από την παρατήρηση της ίδιας της ζωής μου, υπήρξε θεώρημα πριν γίνει αξίωμα, αποδείχτηκε και ποτέ και κανένας όσο και να του το ζήτησα, όσο και να το θέλησε δεν μπόρεσε να με βοηθήσει λέγοντας μου κάτι, με την έννοια πως οι στιγμές που έζησα με την ερωμένη μου, δεν περιγράφονται, μπορεί στο χωρισμό να αμβλύνονται και να ξεχνιούνται, όταν όμως καταλαγιάσει η τρικυμία, φαίνονται ξεκάθαρα στο βάθος του βυθού.
Και στην περίπτωση που άκουγα άσχημα λόγια για το πρώην ταίρι μου, ένοιωθα ένα τσίμπημα, το οποίο μετά γινόταν αποστροφή. Ποιός ήταν αυτός, όσο φίλος και νάταν που θα μου μιλούσε για κάτι τόσο προσωπικό, αγνό και ξεκάθαρο, όσο η επαφή με την ερωμένη μου;
‘Ισως πολύ αργά
ενώθηκαν τα όνειρά μας,
στα ψηλά ή στα βαθιά,
στα ψηλά σαν κλαδιά που κουνάει ο ίδιος άνεμος,
στα χαμηλά σαν κόκκινες ρίζες που αγγίζονται.
Έτσι ακριβώς, ένα δέντρο δίπλα σε ένα άλλο δέντρο, που τα κλαδιά τους τα κουνάει ο ίδιος άνεμος, που οι ρίζες τους έχουν μπλεχτεί και αν κόψεις το ένα, θα πρέπει να κόψεις και κάτι απο το άλλο, είναι οι σχέσεις των εραστών. Αδιάβλητες και αναλλοίωτες, σαν τα γυμνά κορμιά που ξημερώνουν μαζί, κουρασμένα, αλλά ικανοποιημένα όταν λούζονται απο το λυκαυγές. Ποτέ και κανένας δεν μπορεί να μπεί και να μιλήσει για αυτή τη σχέση.
Ποιός μπορεί να καταλάβει την ευχαρίστηση της ψυχής μου, όταν η ερωμένη μου κοιμάται αποκαμωμένη και την παρατηρώ, χαιδεύοντας της απαλά το λαιμό; Ποιός μπορεί να νοιώσει την ικανοποίηση και την ασφάλεια της, όταν φωλιάζει στο σκαλάκι που κάνει η ωμοπλάτη μου, όταν κοιμάμαι στο πλάι; Προφανώς και κανείς.
Τόχω κάνει και εγώ.. Να αναζητήσω την θεραπεία μέσα από λόγια άλλων, μιλώντας για κάτι που τέλειωσε. Διαπίστωνα όμως κάθε φορά πως τα λόγια μου ήταν λίγα για να περιγράψω μια σχέση ψυχής, κορμιού, μυρωδιάς, ηδονής και ευχαρίστησης.
έπλεα στο πλάι σου,
και τα μάτια σου έψαχναν
αυτό που τώρα
– ψωμί, κρασί, έρωτα και θυμό –
σου δίνω με γεμάτα χέρια,
γιατί εσύ είσαι το κύπελλο
που περίμενε τα δώρα της ζωής μου.
Δεν είναι τυχαίο που οι εραστές μπορεί να κάνουν ασύμβατα πράγματα. Τη μιά να αγκομαχούν ο ένας πάνω στον άλλον, προσπαθώντας να κάνουν τα δυό κορμιά ένα και αμέσως μετά να ανοίξουν ένα βιβλίο για να διαβάσουν κάτι μαζί. Ακόμα και το να κάθονται να βλέπουν μαζί telemarketing. Το Μαζί αυτό, είναι τόσο ανιδιοτελές και καθαρό, τη στιγμή εκείνη, απαλλαγμένο απο τα Εγώ, σαν φρεσκολουσμένο κορμάκι βρέφους.
Έχοντας ζήσει τέτοιες στιγμές (ευτυχώς) και έχοντας ακούσει και άλλους να τις περιγράφουν, θεωρώ πως σαν άνθρωπος που ξέρει και τους δύο, δεν θα μπορούσα να πω τίποτε.
Δεν μπορεί κανείς να προσθέσει τίποτε. Κανείς. Είναι μια σχέση προσωπική και αρραγής, ακόμα και αν έχει τελειώσει. Ένα φιλντισένιο κουτάκι, με κλειστό καπάκι.
Κοιμήθηκα μαζί σου
όλη τη νύχτα, ενώ
η σκοτεινή γη γυρίζει
με ζωντανούς και νεκρούς,
και σαν ξύπνησα ξάφνου
καταμεσής στη σκιά
το μπράτσο μου τύλιγε τη μέση σου.
Ούτε η νύχτα, ούτε ο ύπνος
μπόρεσαν να μας χωρίσουν.
Κάποιοι λένε πως δεν υπάρχει όμορφη ζωή, υπάρχουν όμορφες στιγμές. Μερικοί το λένε μεμψιμοιρώντας, αντί να αντιλαμβάνονται το μεγαλείο μιάς τέτοιας “όμορφης” στιγμής. Δεν καταλαβαίνουμε πως μια όμορφη στιγμή είναι ζωή, είναι μια σπρωξιά προς τα πίσω, που αναστέλλει την προκαθορισμένη πορεία μας προς το τέλος. Ποιός θα ήθελε μια επίπεδη ζωή, χωρίς σκαμπανεβάσματα, χωρίς έρωτες, χωρίς αγκομαχητά, χωρίς το ξημέρωμα να τον βρίσκει με τα πόδια του μπλεγμένα με αυτά του εραστή του;
Ακόμα και όταν έχουν περάσει αυτά, έχουν γραφτεί, έχουν γίνει βιβλία και έχουν μπεί στο ράφι σαν διδακτέα ύλη, πάντα δεν τα θυμόμαστε σαν γλυκειές αναμνήσεις; Όποιος δεν έχει τέτοιες αναμνήσεις, ή δεν τις έχει ζήσει, ή δεν τις έχει εκτιμήσει όσο θάπρεπε.
Σηκώθηκα και ήσυχα στα δέντρα προσευχήθηκα
ν’ αντέχουμε στις πιο βαθιές χαρές,
κι όλη τη νύχτα αφρίζαμε, ποτάμια που γυρίζαμε
ψηλά στις αρχικές μας τις πηγές
Η σχέση μεταξύ εραστών είναι για μένα το υψηλότερο είδος ανθρώπινης σχέσης. Πάνω από τη φιλία*, πάνω ακόμα και από την μητρική αγάπη, η σχέση των εραστών ισοζυγίζει την δέσμευση με την ελευθερία. Η φιλία και η μητρική αγάπη μπορούν να κατασπαράξουν το αντικείμενό τους – συχνά με τις καλύτερες προθέσεις.
*Μήπως η φιλία δεν θαπρεπε να είναι απαραίτητη προϋπόθεση ανάμεσα στους εραστές; Μήπως δεν είναι προαπαιτούμενο μιάς σχέσης που τη βρίσκει το ξημέρωμα αποκαμωμένη, με γλυκειά κούραση, με την επιθυμία να σταματήσει να ανατέλλει ο ήλιος για να μπορέσουμε να ζήσουμε και άλλα, να ρουφήξουμε την νύχτα και την ηδονή ώς το τέλος;
Ανάβαμε και σβήναμε και πάλι ξαναρχίζαμε
και γίναν μια των δυο μας οι καρδιές,
και το πρωί ξυπνήσαμε απ’ όνειρο που ζήσαμε
έτσι γλυκά όπως ξυπνούν οι εραστές.
Σε αυτές τις σχέσεις, φίλοι μου, δεν μπορεί να μπεί κανείς ανάμεσα. Θα δοκιμάζαμε ποτέ να βάλουμε το δάχτυλο μας στο καφτό, υγρό, κατακόκκινο μέταλλο που ρέει σε μια χαλυβουργία; Μπορεί να θέλαμε, αλλά δεν θα το κάναμε ποτέ..
Μωρά μπορεί να είμαστε (ακόμη), μωροί όμως όχι..
τα αποσπάσματα με τα πλάγια γράμματα είναι απο τη “νύχτα στο νησί” του Πάμπλο Νερούντα και από το “όπως ξυπνούν οι εραστές” του Γιάννη Αγγελάκα.
Τρυφερός κι αγαπησιάρης… ωραίος! Κατά βάθος, ξέρουμε τί συμβαίνει γι’ αυτό και το τσίμπημα… Καλημέρα τρυφερέ, τα κατάφερες και πάλι.